Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2007

το ψευδώνυμο του συγγραφέα και η αρχέγονη μάσκα του πολιτισμού.

Η μάσκα «τοποθετείται» για να καλύψει το πρόσωπο αλλά και την ψυχή του ατόμου. Έχει μυστικιστικές ρίζες και αντανακλά την πεποίθηση ότι το πραγματικό πρόσωπο είναι η σφραγίδα του ανθρώπου άρα με μια μάσκα που καλύπτει το πρόσωπο, το μήνυμα μεταβάλλεται και τη συγκεκριμένη στιγμή ή περίοδο απεικονίζει ανάγκες, εθιμοτυπίες και συμβάσεις, πιο αρχέγονες και αρχετυπικές που σχετίζονται με τα βάθη της ψυχής και της κοινωνίας. Οι απεικονίσεις αυτές εξωτερικεύουν πανάρχαια έθιμα ή ψυχικές ανάγκες που δεν μπορούμε εύκολα να κατανοήσουμε.
Τις μάσκες που φοράμε τις Απόκριες τις αποκαλούμε «ψεύτικες μάσκες» για να τις διαχωρίσουμε από όλες τις άλλες που φοράμε όλο το χρόνο. Στην ελληνική ψυχή ευτυχώς έχει συμπυκνωθεί όλη η σημασία της μάσκας στα διονυσιακά κατάλοιπα της σύγχρονης υποκρισίας, της μανίας που έχουμε για απομόνωση, της ελληνικής μοναξιάς και της παραδοσιακής μας σχιζοφρένειας για επίδειξη και χαβαλέ. Ευτυχώς, γιατί τουλάχιστον οι Έλληνες έχουν μια μέθοδο προσέγγισης του τρελοκομείου που μαστίζει το σημερινό ελληνικό ξεπεσμό αλλά και τις ξαφνικές μας ζωογόνες εκλάμψεις. Ίσως η Ελλάδα να ήταν πάντα μια μανία που όταν ηρεμεί πετάγεται ψηλά και δημιουργεί δέσμες φωτός σαν τον ήλιο που στέλνει παντού δέσμες, που ναι μεν χάνονται αλλά μέσα του οργιάζει η πύρινη κόλαση, η παραφροσύνη της φωτιάς και η αχαλίνωτη ανισορροπία της φύσης. Μια εκρηκτική καταδίκη αιώνιας καύσης, εκπέμπει δέσμες φωτός που χάνονται δίκαια και άδικα μέσα στο χάος του σύμπαντος.
Η μάσκα υπάρχει για να προκαλεί τη συναισθηματική αντίδραση του κόσμου. Το συναίσθημα στερεώνει το υπόβαθρο μιας κοινωνίας γι ‘αυτό ο ψεύτης καταφεύγει στη συναισθηματική ταύτιση με το θύμα του. Όσο πιο ικανός ένας ψεύτης τόσο περισσότερα τα θύματα που μπορεί να είναι ακόμα και ολόκληρος λαός. Η μάσκα μπορεί να απεικονίζει ένα ζώο, ένα θεό, μια φυσική καταστροφή, ανθρώπινες ικανότητες ή ένα δαίμονα. Αυτές οι δυνάμεις πάντα υπάρχουν και πάντα αναζητούνται από τα μέλη μιας κοινωνίας. Δεν αλλάζουν ποτέ και στις πιο βασικές μορφές τους είναι απαράλλακτες από τον πρωτόγονο μέχρι το σημερινό άνθρωπο. Τελικά για να πετύχεις κάτι καταφεύγεις στο τεράστιο ψέμα μιας μάσκας που ταυτόχρονα περιέχει τις τεράστιες διαχρονικές αλήθειες μιας κοινωνίας. Πόσο εύκολα ταυτίζεται η αλήθεια και το ψέμα σε μια μάσκα! Τελικά η ίδια η μάσκα είναι πιο ισχυρή από την αλήθεια και το ψέμα που αργά ή γρήγορα απορρίπτονται, ενώ οι συναισθηματικές αλήθειες είναι κοινές σε όλους και αποδεκτές από όλους.
Οι πιο άρτιες και καθολικά αποδεκτές μάσκες μιας αναπτυγμένης κοινωνίας είναι του συγγραφέα, του ποιητή και του ηθοποιού. Αυτές οι τελετουργικές μάσκες μας συνδέουν με τους μάγους της πρωτόγονης φυλής. Με το συναίσθημα της συνεχούς παρουσίας μας, πάνω στη γραμμή του χρόνου. Ο δικαστής, ο νομοθέτης, ο βουλευτής ή η οποιαδήποτε «δύναμη» εκπροσωπούν τη διαχρονική εξουσία. Τον αιώνιο Κρέοντα, μικρό ή μεγάλο. Ο μεγαλύτερος εχθρός όμως της εξουσίας είναι το αρχέγονο και πανίσχυρο συναίσθημα που προκαλεί ο μάγος της κάθε εποχής……η σαύρα, το φίδι, ο άγιος και ο σοφός.
Πολλοί δημιουργοί αποκτούν ένα ψευδώνυμο και ταυτίζονται με αυτό. Τελικά γίνονται γνωστοί μόνο με το ψευδώνυμό τους: Μ. Καραγάτσης, Οδυσσέας Ελύτης, Γιώργος Σεφέρης, Στρατής Μυριβήλης, Στρατής Τσίρκας. Ο Εμμανουήλ Ροΐδης υπέγραψε με 33 διαφορετικά ψευδώνυμα, ενώ στο Βολταίρο αποδίδονται 160 ψευδώνυμα. Λόγοι κοινωνικοί, πολιτικοί, οικογενειακοί, οικονομικοί και λογοτεχνικοί καθορίζουν την επιλογή του ψευδώνυμου. Αφορμή για το άρθρο στάθηκε το αποτέλεσμα της έρευνας του καθηγητή στο ΑΠΘ Παν. Μουλλά που ανακοίνωσε ότι κείμενα που είχαν δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Ραμπαγάς» τον 19ο αιώνα, υπογεγραμμένα με το ψευδώνυμο «Λυγξ» (που σημαίνει το ον με την οξύτατη όραση), είναι γραμμένα από τον Εμμανουήλ Ροΐδη. Τα κείμενα κυκλοφορούν ήδη σε αυτοτελή έκδοση του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης. Σε τεύχος όμως της «Νέας Εστίας», ο φιλόλογος Λάμπρος Βαρελάς αμφισβήτησε ότι πίσω από τα ψευδώνυμα «Λυγξ» και «Lucifer» κρύβεται ο Εμμανουήλ Ροΐδης. Ο Π. Μουλλάς απάντησε στην καλόπιστη κριτική που δέχτηκε στο επόμενο τεύχος της «Νέας Εστίας» με επίσης πειστικά επιχειρήματα.
Ο Στέφανος Μπεκατώρος επίσης απέδειξε ότι ο πεζογράφος Κοσμάς Πολίτης (ψευδώνυμο του Παρασκευά Ταβελούδη [1888-1974]) που μετέφρασε «Εδγαρ Αλλαν Πόε» το 1953 (εκδόσεις «Παπαδημητρίου») είναι το ίδιο πρόσωπο με το Ν. Σκουλά που εξέδωσε τον ίδιο χρόνο με τις εκδόσεις «Ικαρο», πάλι μεταφράσεις του Πόε!
Ο βιβλιογράφος και συγγραφέας Κυριάκος Ντελόπουλος ασχολείται εδώ και πολλά χρόνια με την αποδελτίωση των ψευδωνύμων. Στο βιβλίο του «Ψευδώνυμα» (εκδ. «Εστία») καταγράφει 4.117 που αντιστοιχούν σε 2.261 συγγραφείς: λογοτέχνες, φιλολόγους, δοκιμιογράφους, χρονογράφους, δημοσιογράφους, μεταφραστές. Είναι η τρίτη προσπάθεια καταγραφής των λογοτεχνικών ψευδωνύμων. Η πρώτη έγινε το 1968 για τις ανάγκες της Βιβλιοθήκης του Κολλεγίου Αθηνών, πάλι από τον Κυριάκο Ντελόπουλο. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που παρουσιάζει πτυχές κοινωνικές, πολιτικές, ψυχολογικές, αισθητικές κ.λπ. Συγγραφείς που διώκονταν από το εκάστοτε πολιτικό καθεστώς βιοπορίζονταν μεταφράζοντας ή δημοσιεύοντας με ψευδώνυμα· τα αυστηρά οικογενειακά ήθη, που αντιδρούσαν στην καλλιτεχνική τάση των κλώνων τους, ήταν μια δεύτερη αιτία για ψευδώνυμα, κυρίως σε γυναίκες συγγραφείς. Τολμηρά κείμενα κρύβονταν πάντα κάτω από τα προσωπεία της ψευδωνυμίας - όπως στην περίπτωση της Ντόρας Ρωζέττη.
Από το βιβλίο του Κυριάκου Ντελόπουλου «Νεοελληνικά Φιλολογικά Ψευδώνυμα» αντλούμε πλήθος στοιχείων για τα ψευδώνυμα των Ελλήνων συγγραφέων:
Ο Ηλίας Βουτιερίδης εμφανίζεται με 47 υπογραφές· ο Γρηγόριος Ξενόπουλος και ο Χρήστος Χρηστοβασίλης εμφανίζονται με 38 διαφορετικές υπογραφές· ο Ρένος Αποστολίδης με 36 και ο Εμμανουήλ Ροΐδης με 33, ο Δημήτρης Γληνός με 21 και ο Κωστής Παλαμάς με 19! Ο Παύλος Νιρβάνας είναι το ψευδώνυμο του Πέτρου Αποστολίδη, που δεν αρκέστηκε στο επίσημο αλλά χρησιμοποίησε καμιά δεκαπενταριά ακόμη, ενώ ο Αδαμάντιος Κοραής 16. Ακολουθούν: Γιάννης Βλαχογιάννης, Περικλής Γιαννόπουλος, Δημήτρης Γιαννουκάκης, Ιων Δραγούμης.
Επίσης πολλοί από τους σύγχρονους συγγραφείς του 20ού αι. : Μανόλης Αναγνωστάκης, Κώστας Βάρναλης, Νάσος Βαγενάς, Φίλιππος Δρακονταειδής, Γιώργος Ιωάννου (στην «Κ» υπέγραφε ως Βύρων Καραγιάννης), Νίκος Καζαντζάκης, Δημήτριος Καμπούρογλους, Ανδρέας Καρκαβίτσας, Κώστας Καρυωτάκης, Ιωάννης Κονδυλάκης, Αλέξανδρος Κοτζιάς, Μανόλης Λεοντάρης (ο αδελφός του ποιητή Βύρωνα Λεοντάρη που έγινε γνωστός με το ψευδώνυμο Μανόλης Λαμπρίδης), Γιάννης Ρίτσος (με 17 ψευδώνυμα), Βασίλης Ρώτας, Γιάννης Σκαρίμπας κ. ά.

1 σχόλιο:

ion είπε...

Ενδιαφέροντα αρθρα θα τα διαβάσω. Το σίγουρο είναι οτι ο Ίων Δραγούμης υπέγραφε ως Ίδας στο περιοδικό Νουμάς